Η σχέση αναπτύσσεται στην ουσία με τον εαυτό μας και όχι με τον άλλο. Τον άλλο τον φιλοξενούμε στην συνείδησή μας, σε ένα χώρο και εκεί υπάρχει σαν κομμάτι μας. Τότε μας φαίνεται διαφορετικός όταν του αλλάξουμε τα χαρακτηριστικά εμείς οι ίδιοι. Αυτό που φιλοξενούμε μέσα μας για την ακρίβεια είναι το ενδιαφέρον μας γι αυτόν.
΄Ετσι όταν αλλάξει η εκτίμησή μας για τον άλλο, τότε εκείνος μας φαίνεται διαφορετικός. Η σχέση αποτυχαίνει γιατί νομίζουμε πως αυτό που αγαπάμε βρίσκεται έξω, απέναντι, και όχι πλασμένο μέσα στο μυαλό μας, εκεί όπου πραγματικά είναι.
Πρέπει να μάθουμε λοιπόν:
α) Σε ποιά θέση και πώς έχουμε τον άλλο μέσα μας
β) Πώς θα αναγνωρίζουμε κατα πόσο του δώσαμε αυτή την θέση και την μορφή εμείς.
Για παράδειγμα, στο θεολογικό αντίστοιχο της αγάπης, ο Θεός είναι πνεύμα και κατοικεί μέσα μας.
Δεν εννοείται ότι είμαστε εμείς οι θεοί, αλλά ότι τον “φιλοξενούμε” μέσα μας και όταν επικοινωνούμε μαζί του συμπεριφερόμαστε «θεϊκά και άγια».
Έτσι και στην αγάπη. Με τον ίδιο τρόπο «γινόμαστε και ο άλλος» που αγαπάμε, καλύτεροι δηλ ή χειρότεροι, όταν κατανοήσουμε ότι είμαστε αυτός ο άλλος που αγαπάμε, δηλ ένα κομμάτι δικό μας μέσα μας με το οποίο ταυτιζόμαστε.
«Τον έκανε σαν τα μούτρα του»
Ή..
«τον έκανε άνθρωπο».
Το συμπέρασμα ότι η συναισθηματική ασφάλεια είναι το καθοριστικό ζητούμενο στην διατήρηση της σχέσης ενισχύεται από το ότι ένας δεσμός σε κρίση δεν κινδυνεύει τόσο να διαλυθεί από ένα νέο ερωτικό ανταγωνιστή αλλά περισσότερο από τον γνώριμο πρώην σύντροφο, που επανέρχεται σαν παρηγορητής και για να συγχωρήσει. (έρευνα σε Αμερική και Καναδά).